ΙΙ. Εγχειρίδιο για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων σε θύματα/ επιζώντες και επιζήσασες εγκληματικών ενεργειών από δημοσιογράφους

Ανδριάνα Σελιανίτη, Κοινωνιολόγος – Εγκληματολόγος και Συντονίστρια υποστήριξης εθελοντών και θυμάτων στον οργανισμό Victim Support Scotland

Η μελέτη για τη σύσταση ενός εγχειριδίου με στόχο την αποτελεσματικότερη και πιο ασφαλή διεξαγωγή συνεντεύξεων με θύματα εγκληματικών ενεργειών πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των επιστημονικών δράσεων του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος από την Ανδριάνα Σελιανίτη, Κοινωνιολόγο – Εγκληματολόγο και Συντονίστρια υποστήριξης εθελοντών και θυμάτων στον οργανισμό Victim Support Scotland υπό την επίβλεψη της Επιστημονικά Υπεύθυνης Αγγελικής Καρδαρά, Δρος Τμήματος ΕΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλολόγου, Συγγραφέως-Εισηγήτριας και Εκπαιδεύτριας E-Learning ΕΚΠΑ.

Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι από τους πρώτους που καλούνται να απεικονίσουν σε ένα ευρύ κοινό τα εγκλήματα είναι οι δημοσιογράφοι. Μέσα στα πολλά καθήκοντά τους, είναι και η διεξαγωγή συνεντεύξεων από οικογένειες θυμάτων και επιζώντες/επιζήσασες τραυματικών γεγονότων όπως βία, εγκλήματα, καταστροφές ή ατυχήματα. Η συνέντευξη θυμάτων είναι ένα πάρα πολύ ευαίσθητο ζήτημα το οποίο χρήζει ιδιαίτερης  προσοχής. Στην Ελλάδα δυστυχώς ο τομέας αυτός δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος με αποτέλεσμα όχι μόνο παλαιοί, αλλά και νέοι δημοσιογράφοι στην προσπάθειά τους να πάρουν συνέντευξη από θύματα εγκλημάτων να τους προκαλούν δευτερογενή θυματοποίηση και να εντείνουν το τραύμα τους.

Λίγοι δημοσιογράφοι αντιλαμβάνονται και γνωρίζουν τι εστί τραύμα. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση όμως να εκπαιδευτούν σε αυτό τον τομέα με στόχο την προστασία του ψυχικού κόσμου των θυμάτων (Crooks, 1987). Δυστυχώς ακόμα και σήμερα σε αρκετές χώρες, όπως και στην Ελλάδα, οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν τα θύματα ως απαραίτητα «στηρίγματα» για τις ιστορίες τους σχετικά με την ανθρώπινη σκληρότητα, χωρίς να έχουν την ευκαιρία να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο λέγονται οι ιστορίες τους. Οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν εθιστεί στη βία και γοητεύονται από τις ιστορίες των θυμάτων,  οι οποίες όμως δεν πρέπει να αποτελέσουν από τον μιντιακό κόσμο αντικείμενο εκμετάλλευσης προκειμένου να διατηρούνται τα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης.  Αντίθετα, μέσα από κάθε ιστορία πρέπει να περνά ο δημοσιογράφος σημαντικά κοινωνικά μηνύματα στο κοινό.

Είναι επίσης σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο οι δημοσιογράφοι καλύπτουν το γεγονός πιθανότατα θα επηρεάσει το πώς μια κοινότητα αντιδρά στον απόηχο της τραγωδίας, καθώς και το πώς το κοινό αντιλαμβάνεται τα θύματα (Dart Center for Journalism & Trauma, 2003; Pimenta, 2019). Οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν ασυνήθιστες προκλήσεις όταν καλύπτουν βίαιες ή μαζικές τραγωδίες. Αντιμετωπίζουν την πιθανότητα να είναι οι πρώτοι ανταποκριτές σε ένα βίαιο γεγονός. Αυτοί αλληλεπιδρούν με θύματα που αντιμετωπίζουν ασυνήθιστη θλίψη. Δημοσιογράφοι που καλύπτουν οποιαδήποτε βιαιοπραγία συχνά χτίζουν ένα απαραίτητο και κατάλληλο «επαγγελματικό τείχος» ανάμεσα σε αυτούς, ως επαγγελματίες, και τα θύματα ή/και άλλους μάρτυρες που τους παραχωρούν συνέντευξη. Δεδομένου όμως ότι οι δημοσιογράφοι μιλούν με ανθρώπους που έχουν υποστεί ένα εκτεταμένο τραύμα/ μια μεγάλη απώλεια, αυτό το τείχος μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά στο να κατανοήσουν και οι ίδιοι ότι έχουν υποστεί τραύμα με την έκθεσή τους σε μια τόσο επώδυνη ιστορία.

«Ρεπόρτερ, φωτορεπόρτερ, μηχανικοί, ηχολήπτες και παραγωγοί πεδίου συχνά εργάζονται αγκώνα με αγκώνα με τους εργαζόμενους έκτακτης ανάγκης. Συμπτώματα τραυματικού στρες των δημοσιογράφων μοιάζουν εντυπωσιακά με αυτά των αστυνομικών και πυροσβεστών που εργάζονται αμέσως μετά την τραγωδία, όμως οι δημοσιογράφοι είναι αυτοί που συνήθως λαμβάνουν μικρή υποστήριξη αφού καταθέσουν τις ιστορίες τους. Ενώ στους εργαζόμενους δημόσιας-ασφάλειας παρέχονται ενημερώσεις και συμβουλές μετά από ένα τραύμα, στους δημοσιογράφους αναθέτουν απλώς μια άλλη ιστορία».

Al Tompkins, 2001

Στόχος λοιπόν του εγχειριδίου αυτού είναι να μπορούν οι δημοσιογράφοι που λαμβάνουν συνεντεύξεις από θύματα εγκλημάτων να ανατρέχουν στον εν λόγω οδηγό, με στόχο την αποφυγή της δευτερογενούς θυματοποίησης και της επιδείνωσης του τραύματος που φέρουν.

Βλ. περισσότερα εδώ

 

Add Comment