Ιστορική αναδρομή της “Street Art” (συνέχεια του Α’ Μέρους της Β’ Ενότητας)

 

#TheStreetArtProject

 

Γιώργος Γιακουβάκης, Κοινωνιολόγος – ΜΔΕ «Εγκληματολογία», Πάντειο Πανεπιστήμιο

Κατερίνα Καλογεράκη, Κοινωνιολόγος, ΔΠΜΣ: «Ποινικό Δίκαιο και Εξαρτήσεις», Τμήμα Νομικής του Αριστοτέλειου Παν/μίου Θεσσαλονίκης

Κωνσταντίνα – Μαρία Κωνσταντίνου, Κοινωνιολόγος – ΜΔΕ «Εγκληματολογία», Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

Γ. Εννοιολογική προσέγγιση του “Graffiti” και της “Street Art

Σουλτάνη, Εξάρχεια, πεζόδρομος, Achilles

Τόσο το Graffiti όσο και η Street Art συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να προβληματίζουν επιστήμονες θεωρητικούς, ειδικά σε παγκόσμιο επίπεδο, και κοινό, να μην υπόκεινται σε ταξινομήσεις και να εξαπλώνονται γοργά. Αν το Graffiti είναι ένα γερό δένδρο, η Street Art αποτελεί το πιο όμορφο, από πλευράς «Αισθητικής»[1], δυνατό κλαδί της. Αν το Graffiti γεννήθηκε στη νεωτερική εποχή, η Street Art έγινε γνωστή στον κόσμο κατά τη μετανεωτερική εποχή. Ο οπτικός έλεγχος των ανθρώπινων κοινωνιών σχετικά με το πώς θα έπρεπε να είναι οι δρόμοι, οι τοίχοι, τα κτίρια των πόλεων δεν είναι άσχετος με τις γνωστές πολιτικές κατά του εγκλήματος διαχρονικά, όπως έγινε έμμεσα αντιληπτό στην προηγούμενη υπο – ενότητα.

Δεν πρέπει να συγχέονται όλες οι μορφές γραφής στον αστικό χώρο με αυτή του Graffiti, όχι, όμως, ότι δεν αλληλοεξαρτώνται σε βαθμό επιρροής. Μία κατηγοριοποίηση των δημόσιων χαρακτικών, επι – γραφών, μπορεί να παρουσιαστεί με τον ακόλουθο τρόπο και βάσει της προσέγγισης της Phillips, ίσως, κατανοηθεί καλύτερα το γιατί δεν πρέπει να ταυτίζεται η Street Art με το Graffiti σήμερα[2]:

[Δική μας πρόταση τίτλου κατηγοριοποίησης:] «Έγγραφη Αποτύπωση σε επιφάνειες κοινωνικής αλληλεπίδρασης»

  1. Δημόσια γραφή: α. Συνθηματογραφία / β. Graffiti / γ. Τοιχογραφία
  2. Graffiti: α. “Popular” – «Λαϊκό – κοινό» / β. “Community based” – «Κοινοτικό» / β1. “Political” – «Πολιτικό» / β2. “Gang” – «Συμμοριακό» –   Καλλιγραφία
  3. Hip-hop: α. “Hip – hop graffiti” – «Ονοματογραφία» / α1. “Djing graffiti” / α2. “Mcing breakdancing”

 

Θεωρούμε ότι η κατηγορία «Δημόσια Γραφή» με τις υποκατηγορίες της γίνεται εύκολα κατανοητή σήμερα. Το είδος «Λαϊκό – κοινό Graffiti» ορίζεται από την Phillips ως τα καθημερινά πράγματα: τα σπιρτόζικα σχόλια, τα φαλλικά σύμβολα, τα αστεία, οι δηλώσεις αγάπης ή μίσους, το «Βασανίζομαι», το «Λάθως», το ετήσιο με την αλλαγή αριθμού του έτους στο τέλος “YO 18!”, το «ο … ήταν εδώ» και πολλά άλλα που έχουν κατακλύσει κυριολεκτικά την Αθήνα και τις γειτονιές της και βανδαλίσει πολλές φορές σημαντικές και μη δημόσιες ή και ιδιωτικές ιδιοκτησίες. Γι’ αυτήν την κατηγορία υποστηρίξαμε τη ναρκισσιστική προσέγγιση, η οποία πλησιάζει αρκετά με την κατηγορία «Συνθηματογραφία».

Πέλλης, Άνω Γλυφάδα, “crew mixes”

Πέραν από τα αθλητικά σχόλια και συνθήματα για πεποιθήσεις των ατόμων που δρουν γι’ αυτά[3], υπάρχουν τα σεξουαλικά υπονοούμενα και διάφορες βωμολοχίες που έγκεινται στην ερμηνεία καταπιεσμένων προσωπικοτήτων. Ο Marcuse θεωρεί ότι η συνήθης αισχρολογία και η υποτιθέμενη πολιτική δύναμη του συνθήματος είναι αναποτελεσματική, συμπληρώνοντας ότι πρόκειται για «εύκολη ικανοποίηση της επιθετικότητας»[4].

Συνεχίζοντας την κατηγοριοποίηση της Phillips, αξίζει να σημειωθούν ακόμη κάποιες παρατηρήσεις. Το «συμμοριακό Graffiti» δεν έχει εμφανιστεί καθόλου στη χώρα μας. Το αντίστοιχο Graffiti της ελληνικής πραγματικότητας είναι το αθλητικό. Το τελευταίο, που προηγείται χρονικά της εμφάνισης του Hip – Hop Graffiti στην Ελλάδα, παρουσιάζει ομοιότητες με το συμμοριακό, αφού οργανώσεις – σύλλογοι οπαδών είχαν και έχουν συγκρουστεί ουκ ολίγες φορές με τις αντίστοιχες των αντίπαλων ομάδων, υπογράφοντας ψευδώνυμα στους τοίχους γύρω από τον χώρο όπου εγκαθίστανται κάθε φορά οι εκάστοτε σύλλογοι.

Εξάρχεια, “1UP crew”

Τα συγκεκριμένα αθλητικά ψευδώνυμα αναγράφονται επί τοίχου πάντα με τον αριθμό της κερκίδας δίπλα (π.χ. “Petros7”, φίλαθλος του Ολυμπιακού) των φανατικών οπαδών και είναι συνήθως γραμμένα με τα αντίστοιχα χρώματα. Σύμφωνα με αυτήν τη θεώρηση, εντοπίζουμε ένα κοινό στοιχείο με το συμμοριακό Graffiti το οποίο είναι «η  συχνή γραφή του ονόματος του συλλόγου, κάτι αντίστοιχο με τη γραφή του ονόματος της συμμορίας. Εκτός από κάποιους γεωγραφικούς και κοινωνικούς δεσμούς, οι συμμορίες (“gangs”) και οι Hip – Hop Graffiti ομάδες (“crews”) είναι δύο εντελώς διαφορετικές κατηγορίες με εντελώς διαφορετικούς σκοπούς. Το Hip – Hop Graffiti δεν εμφανίζει πάντα δεσμούς με μια συγκεκριμένη γειτονιά και δεν θέτει ως βασική προτεραιότητά του την υπεράσπιση ή οριοθέτηση αυτής»[5].

Graffiti είναι «η αναπαράσταση με χρώματα, σχέδια ή αυτοκόλλητα, η αναγραφή λέξεων ή συνθημάτων πάνω σε τοίχους ή αντικείμενα που βρίσκονται σε δημόσιους, δημοτικούς ή ιδιωτικούς χώρους, που συντελούνται με νόμιμο ή παράνομο τρόπο»[6], το οποίο και αποτέλεσε το αρχαιότερο οπτικό είδος επικοινωνίας[7].

Διαχωρίζεται σε επιμέρους υποκατηγορίες βάσει τεχνικών και μέσων που χρησιμοποιούν οι writers: «(1) “Tagging”: Περίτεχνη γραφή ονόματος του writer, (2) “Bombing”: Παράνομα και γι’ αυτό γρήγορα εκτελεσμένα κομμάτια. Χαμηλή στιλιστική πολυπλοκότητα και ελάχιστος χρωματισμός (συνήθως διχρωμία) και (3) “Piecing”: Συνήθως νόμιμα κομμάτια αυξημένης στιλιστικής πολυπλοκότητας με χρωματικό πλουραλισμό»[8].

Η ενοποίηση πολλών “Pieces”, καλύπτοντας πολύ μεγάλες επιφάνειες και κατά μήκος αλλά και καθέτως σε πολύ ψηλά κτίρια, αποκαλείται “Mural” ή αλλιώς «παραγωγή» (“Production”). Εδώ, με αυτά τα κομμάτια, ξεχώρισε ως αυτόνομη κατεύθυνση η Street Art, η οποία συνηθίζεται στα Pieces, Stencils και τα Murals αλλά και σε “3D” (τρισδιάστατες) διαστάσεις αυτών.

Κων/νου Παλαιολόγου & Σάμου, Μεταξουργείο, WD (φεστιβάλ “Μικρό Παρίσι των Αθηνών, 2016”)

“Street Art” ή αλλιώς “Post – Graffiti” είναι «μία από τις οπτικές τέχνες που αναπτύσσονται στη δημόσια σφαίρα, ειδικότερα στο δρόμο, περιλαμβάνοντας τα αυτοκόλλητα – “Slaps”, τις αφίσες δρόμου – “Wheatpastes”, “Stencils”, και φυσικά όλα τα μέσα ζωγραφικής, πινέλα, σπρέϋ, λάδι κ.ο.κ»[9]. Η τοιχογραφία χρησιμοποιεί την τέχνη και το σύνθημα την γλώσσα. Το Graffiti χρησιμοποιεί ταυτόχρονα και τα δύο. Βασίζεται κυρίως στα ονόματα, δηλαδή στις λέξεις και τα γράμματα. Τα μέσα / οι τεχνικές αποτύπωσης της Street Art από τους καλλιτέχνες στους τοίχους της πόλης προσδιορίζουν και την ταυτότητά της ως ξεχωριστή μορφή που αναγνωρίζεται αυτόνομα στον οπτικό πολιτισμό της εκάστοτε χώρας. Συνεπώς, τείνει να λάβει (συμβολικό) χαρακτήρα παγκόσμιας διάστασης, εάν δεν το έχει κατορθώσει ήδη.

Το 1950 και 1960, το εικαστικό ρεύμα της εποχής “Pop Art” αναγκάζει εμμέσως πλην σαφώς καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν το stencil ως μέθοδο αποτύπωσης της τέχνης τους σε τοίχους να την εκθέσουν σε μουσείο. Τόσο ο Warhol όσο και ο Rauzenberg ασχολήθηκαν εντατικά με τη μέθοδο της μεταξοτυπίας, εμπνεόμενοι από θέματα της μαζικής κατανάλωσης και της τεχνικής αναπαραγωγής. Ο χειροποίητος χαρακτήρας του stencil, το χαμηλό του κόστος και η δυνατότητα επαναληπτικής εφαρμογής που αυτό προσφέρει, το κάνει να ξεχωρίζει τόσο σε τεχνικές εφαρμογές όσο και σε καλλιτεχνικές με ανοδική τάση. Το Μάη του ΄68, τα stencils, τα συνθήματα και οι αφίσες κατακλύζουν το Παρίσι[10].

Όπως το Stencil έχει μεγάλη ιστορία, έτσι έχει και η αφίσα, αφού υπήρξε τόσο μέσο προπαγάνδας όσο και αντίστασης, ήδη από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Το Μάη του ΄68 ήταν κύριος τρόπος έκφρασης, ενώ σήμερα προσδίδεται σε αυτήν κυρίως διαφημιστική χροιά. Πρωτοπόρος στη Street Art – αφίσα υπήρξε η συγκεκριμένη θεματολογία της τέχνης “Obey Giant” του κατά κόσμον Fairey[11].

Ο όρος Street Art χρησιμοποιείται και έγινε γνωστός περισσότερο για να διαχωριστεί από το Graffiti το οποίο μπορεί να είναι προϊόν ή κώδικας[12]. Η πρώτη μπορεί να διακριθεί από το γένος της, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ορισμένες, από τις πολλές και σημαντικές διαφορές τους, ορισμένες από τις οποίες εύκολα τις αντιλαμβάνεται κανείς μελετώντας τη ξενόγλωσση, κυρίως, βιβλιογραφία[13]:

  • το μέγεθος ενός έργου (το αρκετά μεγάλο μέγεθος ονομάζεται “Mural Art”,
  • τον τίτλο ως παρουσία γενικά,

    Paparazzi – Ψυρρή – Μοναστηράκι – Ρήγα Παλαμήδου

  • την αυξημένη συμμετοχή σε εικαστικές / καλλιτεχνικές / κοινωνικές / δημοτικές εκδηλώσεις (η δυνατότητα παραγγελίας / δημοτικής άδειας ενός έργου),
  • την εύκολη, σχετικά, επικοινωνία με την κοινή γνώμη, τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, τους περαστικούς,
  • τα «χτυπήματα» σε εγκαταλελειμμένα κτήρια χωρίς σπασίματα ή καταστροφές, αλλά να ταιριάζει σαν να προσαρμόζεται στην εικόνα που βλέπεις και τέλος, αλλά το πιο σημαντικό απ’ όλα,
  • το κοινωνικό μήνυμα που προσφέρει (ανάγκη επικοινωνίας από τον καλλιτέχνη προς την κοινωνία, τα ψυχικά συναισθήματα που διεγείρει.

_________________________________________________

[1] Ferrell J., Crimes of Style: Urban Graffiti and the Politics of Criminality, Boston, Northeanstern University Press, 1996, σελ. 178 – 186.

[2] Phillips S., Wallbangin’: Graffiti and Gangs in L.A., Chicago, University of Chicago Press, 1999, σελ. 47 – 56, 312 – 314.

[3] Pinatel J., Le phenomene criminel, Paris, 1987, Vo Crime.   

Σύμφωνα με την τυπολογία του Pinatel για το «έγκλημα» υπάρχει μία μορφή που καλύπτει τουλάχιστον την αθλητική συνθηματογραφία και είναι εκείνη που το «έγκλημα» τελείται από το αίσθημα της διεκδίκησης. Το τελευταίο μπορεί να συνδυαστεί και με την περιπέτεια υπό το πλαίσιο μίας γενικότερης απελευθέρωσης των νέων ανθρώπων. Τα «εγκλήματα» αυτά διαπράττονται βάσει των πιστών ενδιαφερόντων και των ισχυρών πεποιθήσεων έχοντας κατά νου την εξωστρεφή εκδήλωση συσσωρευμένης ενέργειας, δηλ. το ξέσπασμα με απλά λόγια.

[4] Marcuse H., Αντεπανάσταση και Εξέγερση, Αθήνα, Μετάφραση: Αθανασίου Α., Παπαζήση, 1974, σελ. 78.

[5] Αβραμίδης Κ., Graffiti Υποκουλτούρα: Η σημασία του χώρου στον δρόμο προς τη φήμη, σελ. 19, διαθέσιμο εδώ: https://www.google.gr/search?ei=KF2eW9zdJMP4wAL8vYDICg&q=%CE%B1%CE%B2%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82+graffiti+%CF%85%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BB%CF%84%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B1&oq=%CE%B1%CE%B2%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82+graffiti+%CF%85%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BB%CF%84%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B1&gs_l=psy-ab.3…2795.7984.0.8193.15.14.1.0.0.0.197.1711.0j11.11.0….0…1c.1.64.psy-ab..3.7.1050…33i160k1.0.Cnvrj94Bono , τελευταία πρόσβαση: 26/02/2018.

[6] Από το αρχαιοελληνικό ρήμα «γράφειν» που σημαίνει «εγχαράσσω, εγγράφω, επιγράφω, καταγράφω, ζωγραφίζω»,

Σταματάκου Ι., Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλωσσής, Αθήνα, Φοίνιξ, 1972.

Βλ. και http://criminology.oxfordre.com/view/10.1093/acrefore/9780190264079.001.0001/acrefore-9780190264079-e-132?rskey=RY8xQI&result=52, Διαδικτυακή Επιστημονική Εγκυκλοπαίδεια Oxford Research, Zieleniec A, Λήμμα: “Graffiti”, τελευταία πρόσβαση: 26/02/2018.

[7] Δημόπουλος Χ. Ανακριτική, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2η έκδ., 2011, σελ. 485.

[8] Αβραμίδης Κ., Graffiti Υποκουλτούρα: Η σημασία του χώρου στον δρόμο προς τη φήμη, σελ. 19.

[9] Ross J. I., Street Art, Encyclopedia of street crime in America, Thousand Oaks, CA: Sage, 2013, σελ. 392, 393.

Βλ. και Pocket Art, Street Art Norway Vol. II, Norway, Kontur Forlag, 2012, σελ. 14.

[10] Ανδριωτάκης Μ., Σχέδια Πόλης, Αθήνα, Νεφέλη, 2005,  σελ. 15 – 17.

[11] Manco T., Street Logos tm , London, Thames & Hudson, 2004, σελ. 43.

[12] Ο «πατέρας ή νονός» του Graffiti παγκοσμίως είναι Έλληνας που έζησε στη Νέα Υόρκη το 1970 – 1990 με το όνομα Δημήτρης ή αλλιώς “Taki 183”. Για τη Street Art είναι ο Γάλλος “Bleck Le Rat” εγκαινιάζοντας για πρώτη φορά σε τοίχους του Παρισιού τη Stencil Art, το 1999 – 2000. Η σημερινή μορφή, γνωστή σε όλους εμπειρικά, της Street Art γεννήθηκε, πιθανόν, το 2011.

Στο ίδιο, σελ. 14 – 16.

Βλ. και https://encyclopedia.thefreedictionary.com/Street+art#cite_note-Lewisohn-2, τελευταία πρόσβαση: 18/11/2107.

[13] Βλ. και https://ikastikos-kiklos.com/street-art-vs-graffiti/?utm_source=facebook&utm_medium=post&utm_campaign=streetart-vs-graffiti, Επίσημη ιστοσελίδα Εικαστικού Κύκλου “Sianti”, τελευταία πρόσβαση: 18/11/2017.

Μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρη τη μελέτη «Ιστορική αναδρομή της “Street Art” (σε συνέχεια του Α’ Μέρους της Β’ Ενότητας)» σε αρχείο μορφής .pdf πατώντας πάνω στην κάτωθι φωτογραφία.

Χορηγός επικοινωνίας:

Add Comment